- Φιαλῶ
- Φιαλώfem nom/voc/acc dual (doric aeolic)Φιαλώfem acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
φιαλώ — Κόρη του αρκαδικού ήρωα Αλκιμέδοντα, που γέννησε κατά την αρχαία ελληνική μυθολογία από τον Ηρακλή τον Αιχμαγόρα. Ο πατέρας της, για να την τιμωρήσει, την έδεσε σε ένα δέντρο σε κάποιο βουνό και δίπλα της απόθεσε το βρέφος, για να γίνουν βορά των … Dictionary of Greek
φιαλῶ — φιάλλω undertake fut ind act 1st sg (attic epic doric) φιαλόω excavate into the form of a pres subj act 1st sg φιαλόω excavate into the form of a pres ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φιαλοῖ — Φιαλώ fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φιαλοῦν — Φιαλώ fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φιαλῶν — Φιαλώ fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αιχμαγόρας — Μυθολογικό πρόσωπο. Γιος του Ηρακλή και της Φιαλούς, κόρης του Αλκιμέδοντα, ήρωα της Αρκαδίας που έδιωξε τη Φιαλώ μαζί με το βρέφος της και τους άφησε στο βουνό, για να πεθάνουν από την πείνα. Ο μικρός έκλαιγε σπαρακτικά και μια κίσσα πέταξε να… … Dictionary of Greek
κίσσα — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Μία από τις εννέα Πιερίδες, κόρες του Πιέρου . Ο μύθος αναφέρει ότι μεταμορφώθηκε σε πουλί, μαζί με τις αδελφές της, επειδή τόλμη αν να συναγωνιστούν τις Μούσεςστο τραγούδι. 2. Μία από τις Υάδες, τις τροφούς του… … Dictionary of Greek
φιαλωτός — ή, ό / φιαλωτός, ή, όν, ΝΜ [φιαλῶ] φιαλοειδής … Dictionary of Greek
Αλκιμέδων — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Ήρωας της Αρκαδίας. Η κόρη του Φιαλώ –σύμφωνα με άλλη εκδοχή Φιλλώ– συνδέθηκε με τον Ηρακλή από τον οποίο απέκτησε και ένα παιδί. O Α. απομόνωσε τη μητέρα και το παιδί σε ένα άγονο βουνό, για να πεθάνουν από ασιτία … Dictionary of Greek